ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η Δ.Σ.Ο.
Η Διακοινοβουλευτική Συνέλευση Ορθοδοξίας (Δ.Σ.Ο.) είναι διακοινοβουλευτικό όργανο που δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία της Βουλής των Ελλήνων.
Στη Δ.Σ.Ο. συμμετέχουν κοινοβουλευτικές αντιπροσωπείες Κοινοβουλίων-μελών της οργάνωσης από: Αλβανία, Αρμενία, Βουλγαρία, Γεωργία, Ελλάδα, Εσθονία, Κύπρος, Καζακστάν, Λετονία, Λευκορωσία, Λιθουανία, Μολδαβία, Πολωνία, Ρουμανία, Ρωσική Ομοσπονδία, Σερβία και Μαυροβούνιο, Σλοβακία, Δημοκρατία της Τσεχίας, Ουκρανία και Φινλανδία καθώς και ομάδες βουλευτών από: Αυστραλία, Η.Π.Α., Ασία και Αφρική.
Τα όργανα της Δ.Σ.Ο. είναι :
Η γενική Συνέλευση
Είναι το ανώτατο όργανο της Δ.Σ.Ο. και αποτελείται από τις κοινοβουλευτικές αντιπροσωπείες ή κοινοβουλευτικές ομάδες όλων των Κοινοβουλίων-μελών της. Τις εργασίες διευθύνει ο Πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης, ο οποίος εκλέγεται από την Ολομέλεια της Συνέλευσης. Η Γενική Συνέλευση συνέρχεται μία φορά ετησίως κατά το μήνα Ιούνιο.
Η διεθνής Γραμματεία
Ο Γενικός Γραμματέας, ο αναπληρωτής Γραμματέας, ο Ταμίας και επτά μέλη, εκ των οποίων μονίμως ένας Έλληνας και ένας Ρώσος βουλευτής, αποτελούν τη Διεθνή Γραμματεία της Δ.Σ.Ο.
Η Διεθνής Γραμματεία διαθέτει δύο εξωκοινοβουλευτικούς συμβούλους.
Η Διεθνής Γραμματεία είναι υπεύθυνη για τη συγκρότηση των οκτώ Επιτροπών: Επιτροπή Οικονομικών, Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Επιτροπή Παιδείας, Επιτροπή Κανονισμού, Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων, Επιτροπή Πολιτισμού, Επιτροπή Βιοηθικής και Επιτροπή Διεθνούς Πολιτικής.
Η θητεία των μελών της Διεθνούς Γραμματείας, του Προέδρου της Γενικής Συνέλευσης και των μελών των Επιτροπών είναι διετής.
(Φωτογραφία από το Οικουμενικό Πατριαρχείο)
Απόσπασμα από τη διακήρυξη του συνεδρίου που έγινε στη Χαλκιδική το 1993 με πρωτοβουλία της Βουλής των Ελλήνων που είχε ως θέμα:
“Η Ορθοδοξία στην νέα Ευρωπαϊκή πραγματικότητα”
Οι αλλαγές που συντελούνται στην Ανατολική και Δυτική Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης και της Συνθήκης του Μάαστριχ, πρέπει να κατανοηθούν και να εκφρασθούν με νέους και ενιαίους πολιτικούς και πολιτιστικούς όρους. Αναλύοντας δε αυτήν την νέα πραγματικότητα, πρέπει ν’αναζητηθούν η δυνατότητα και η προληπτική ικανότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο να αξιοποιήσει την Ορθοδοξία ως μια άλλη πολιτιστική έκφραση. Άλλωστε, το θεσμικό πλαίσιο, επί του οποίου η Ευρωπαϊκή Ένωση στηρίζει την ύπαρξή της, αφήνει ευρύτατα περιθώρια ώστε να καταγραφούν ποικίλες ιστορικού, θρησκευτικού και θεολογικού χαρακτήρα πολιτιστικές εκφράσεις.
Το Συνέδριο καλεί τους Ορθόδοξους λαούς ν’ αξιοποιήσουν την ικανότητα της Ορθοδοξίας να υπερβαίνει τις όποιες τάσεις εθνικισμού και αυταρέσκειας και, δια της ενότητάς της και της οικουμενικότητάς της, να τονίσει την ιδιαίτερη ταυτότητα της Βαλκανικής και της Ανατολικής Ευρώπης στον πλουραλισμό του κοινού ευρωπαϊκού οίκου και ν’ αναζητήσει τρόπους με τους οποίους θα συμβάλει στην οικοδόμηση και εδραίωση της ειρήνης και της δικαιοσύνης στην νέα Ευρώπη.
Το Συνέδριο θεωρεί απαράδεκτες τις προσπάθειες αλλαγής του θρησκευτικού και πολιτιστικού χάρτη της Ευρώπης, δια μέσου του προσηλυτισμού και της υποθάλψεως θρησκευτικών ανταγωνισμών.
Το Συνέδριο, με βάση την Ορθόδοξη παράδοση για την υπέροχη αξία του ανθρώπινου προσώπου, προτείνει την διεύρυνση της συμβολής της Ορθοδοξίας στην αναζήτηση λύσεων πάνω στα προβλήματα τα οποία απασχολούν το σύγχρονο ευρωπαίο πολίτη (οικολογικό, κοινωνικά, ψυχικές αρρώστιες, ιδιαιτερότητες, ρατσισμός κ. λ. π.)
Η Ορθοδοξία, αποτελούσα την κατ’ εξοχήν ενωτική δύναμη στ’ ανατολικά της Ευρώπης, έχει τη δυνατότητα να λειτουργήσει ως γέφυρα της Ευρώπης με τους άλλους πολιτισμούς, ιδιαίτερα της Ασίας, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στην εμπέδωση της ειρήνης.